Ο φούρνος που είχε κάθε σπίτι στα παλιά χρόνια κι έψηνε το νοστιμότατο χωριάτικο ψωμί, τις πίτες, τα φαγητά, τα γλυκά και τα κουλουράκια, έχει σταματήσει πια να καπνίζει ή γκρέμισε από τη αχρηστία.
Τα σύνεργα του παλιού φούρνου ήταν:
- Η σκάφη (σκαφίδ’), όπου ζύμωναν τ’ αλεύρι με το νερό και μαγιά κι έκαναν το ζυμάρι (ζμάρ’).
- Η πινακωτή (πνακουτή), όπου άφηναν να φουσκώσει ¨του ζμάρ¨ κομματιασμένο σε τόσα μέρη όσα και τα ψωμιά.
- Μεσάλι, ήταν το ύφασμα που σκέπαζαν την πνακουτή.
- Ψωμόφκιαρο (φτυάρι που έβγαζαν τα ψημένα ψωμιά).
- Καπρούλια, δυο ξύλα που ανακάτευαν τη φωτιά μέσα στο φούρνο και που έκαιγαν συνήθως πουρνάρια, κλαδιά.
- Μπελγκίρι ή γκριμπάτσα ήταν ξύλο που έβγαζαν τα καμένα και την στάχτη.
- Σφούγγα (σφουγγαρίστρα).
- Καμάρες (πλαϊνές εσοχές του φούρνου όπου έβαζαν τον ¨ξύστρο¨)